Θωράκων

Θωράκων
Θώραξ
corslet
masc gen pl
Θῶραξ
masc gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • θωράκων — θωρά̱κων , θώραξ corslet masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θωρακοποιός — θωρακοποιός, ὁ (Α) ο κατασκευαστής θωράκων. [ΕΤΥΜΟΛ. < θώραξ, ος + ποιός (< ποιώ)] …   Dictionary of Greek

  • θωρακοπώλης — θωρακοπώλης, ὁ (Α) (στην Ειρ. τού Αριστοφ. ως πρόσ. τού δράματος) ο πωλητής θωράκων. [ΕΤΥΜΟΛ. < θώραξ, κος + πώλης (< πωλώ)] …   Dictionary of Greek

  • λινάρι — Κοινή ονομασία δικοτυλήδονων φυτών του γένους Linum, της οικογένειας των λινιδών, της τάξης των γερανιιδών. Το γένος αυτό περιλαμβάνει περίπου 230 είδη. Πρόκειται για ποώδη, ασιατικής καταγωγής φυτά, μονοετή ή πολυετή, ανάλογα με την περιοχή όπου …   Dictionary of Greek

  • πανοπλία — Το σύνολο των κομματιών καθένα με διαφορετικό σχήμα, ανάλογα με το μέρος του σώματος για το οποίο προοριζόταν που χρησιμοποιούσαν στο παρελθόν για να προστατεύουν τον άνθρωπο ή το άλογο από τα χτυπήματα των όπλων του εχθρού. Η π. ή «αρματωσιά»… …   Dictionary of Greek

  • συνεργάζομαι — ΝΜΑ [εργάζομαι] εργάζομαι μαζί με άλλον ή με άλλους, συμπράττω (α. «συνεργάζομαι αρμονικά μαζί τους για την ολοκλήρωση τής μελέτης» β. «εἰ ξυμπονήσεις καὶ συνεργάσει σκόπει», Σοφ.) νεοελλ. 1. είμαι συνεργάτης, παρέχω την προσφορά μου σε περιοδικό …   Dictionary of Greek

  • χαλκός — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Cu· ανήκει στην πρώτη ομάδα, δεύτερη υποομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, έχει ατομικό αριθμό 29, ατομικό βάρος 63,54, δύο σταθερά ισότοπα (Cu63 και Cu65) και 9 ραδιενεργά, από αριθμό μάζας 58 έως 68.… …   Dictionary of Greek

  • θώρακας — ο γεν. πληθ. θωράκων 1. στήθος, το μέρος του σώματος στο οποίο βρίσκονται οι πνεύμονες και η καρδιά: Ακτινογραφία θώρακα. 2. το μεσαίο από τα τρία τμήματα του σώματος του εντόμου. 3. είδος αμυντικού όπλου για την προστασία του στήθους. 4. μτφ.,… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”